Упущение στα ελληνικά
Μετάφραση: упущение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παράλειψη, απουσία, αβλεψία, αμέλεια, ολίσθημα, αθέτηση, αθετώ, γλίστρημα, πέφτω, αμελώ, παραδρομή, γλιστρώ, παράλειψης, η παράλειψη, παραλείψεως, παραλείψεις
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- автоматизм στα ελληνικά - αυτοματισμό, αυτοματισμός, αυτοματισμού, αυτοματισμούς, αυτοματισμών
- булькать στα ελληνικά - υποθάλπω, σιγοβράζω, γουργούρισμα, κελάρυσμα, γουργουρητό, κελαρύζει, κελαρύζω
- вальс-бостон στα ελληνικά - Βοστόνη, Βοστώνη, Boston, Βοστώνης, της Βοστώνης
- демагогический στα ελληνικά - δημαγωγικός, δημαγωγικές, δημαγωγική, δημαγωγικό, δημαγωγικά
Τυχαίες λέξεις
Упущение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παράλειψη, απουσία, αβλεψία, αμέλεια, ολίσθημα, αθέτηση, αθετώ, γλίστρημα, πέφτω, αμελώ, παραδρομή, γλιστρώ, παράλειψης, η παράλειψη, παραλείψεως, παραλείψεις
Μεταφράσεις: παράλειψη, απουσία, αβλεψία, αμέλεια, ολίσθημα, αθέτηση, αθετώ, γλίστρημα, πέφτω, αμελώ, παραδρομή, γλιστρώ, παράλειψης, η παράλειψη, παραλείψεως, παραλείψεις