Усугублять στα ελληνικά

Μετάφραση: усугублять, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυξάνω, μεγαλοποιώ, τονίζω, επιδεινώνω, αύξηση, βελτιώνω, μεγεθύνω, επιδεινώνουν, επιδεινώσει, να επιδεινώσει, επιδεινώσουν, επιδεινώνει
Усугублять στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вспомоществование στα ελληνικά - ωφέλεια, αρωγή, επικουρία, επίδομα, ανακούφιση, βοήθεια, βοηθός, ...
  • диссонанс στα ελληνικά - χασμωδία, ασυμφωνία, διχόνοια, παραφωνία, ασυμφωνίας, δυσαρμονία, dissonance
  • жизненный στα ελληνικά - ζωτικός, ουσιώδης, γλαφυρός, ζωντανός, μένω, ζωτικής σημασίας, ζωτικό, ...
  • жмот στα ελληνικά - φιλάργυρος, τσιγκούνη, τσιγκούνης, φιλάργυρο, miser
Τυχαίες λέξεις
Усугублять στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυξάνω, μεγαλοποιώ, τονίζω, επιδεινώνω, αύξηση, βελτιώνω, μεγεθύνω, επιδεινώνουν, επιδεινώσει, να επιδεινώσει, επιδεινώσουν, επιδεινώνει