Учёба στα ελληνικά
Μετάφραση: учёба, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άσκηση, εκπαίδευση, γραφείο, προπόνηση, σχολείο, σπουδάζω, μαθητεία, σπουδές, τριβελίζω, μελέτη, προπονούμενος, διδασκαλία, τροχός, μάθηση, μάθησης, εκμάθησης, εκμάθηση, εκπαίδευσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бессмыслица στα ελληνικά - βλακείες, ανοησίες, μωρολογώ, ανοησία, τις ανοησίες, αηδίες, ανόητο
- бонза στα ελληνικά - βουδιστή ιερέα, άλλο βουδιστή
- высокопоставленный στα ελληνικά - μεταρσιωμένος, υψηλόβαθμοι, υψηλόβαθμος, υψηλόβαθμους, υψηλόβαθμα, υψηλόβαθμων
- доскональность στα ελληνικά - επιμέλεια, ακρίβεια, πληρότητα, την πληρότητα, διεξοδικότητα
Τυχαίες λέξεις
Учёба στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άσκηση, εκπαίδευση, γραφείο, προπόνηση, σχολείο, σπουδάζω, μαθητεία, σπουδές, τριβελίζω, μελέτη, προπονούμενος, διδασκαλία, τροχός, μάθηση, μάθησης, εκμάθησης, εκμάθηση, εκπαίδευσης
Μεταφράσεις: άσκηση, εκπαίδευση, γραφείο, προπόνηση, σχολείο, σπουδάζω, μαθητεία, σπουδές, τριβελίζω, μελέτη, προπονούμενος, διδασκαλία, τροχός, μάθηση, μάθησης, εκμάθησης, εκμάθηση, εκπαίδευσης