Хлестать στα ελληνικά
Μετάφραση: хлестать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πετσοκόβω, εγκοπή, μαστίζω, λοιδορώ, μαστίγιο, κτυπά, το μαστίγιο, κτυπήστε, μαστιγίου
Μεταφράσεις
- аритмия στα ελληνικά - αρρυθμία, αρρυθμίας, της αρρυθμίας, αρρυθμιών, την αρρυθμία
- бормотать στα ελληνικά - μουρμουρίζω, ψέλλισμα, σιγομουρμουρίζω, Μαμπλ, μουρμουρίζει
- газомер στα ελληνικά - μετρητής του γκαζιού, μετρητής αερίου, μετρητή αερίου, ετρητής αερίου, μετρητή αερίων
- дословный στα ελληνικά - κυριολεκτικός, κατά γράμμα, γραμματική, κυριολεκτική, literal
Τυχαίες λέξεις
Хлестать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πετσοκόβω, εγκοπή, μαστίζω, λοιδορώ, μαστίγιο, κτυπά, το μαστίγιο, κτυπήστε, μαστιγίου
Μεταφράσεις: πετσοκόβω, εγκοπή, μαστίζω, λοιδορώ, μαστίγιο, κτυπά, το μαστίγιο, κτυπήστε, μαστιγίου