Ходкий στα ελληνικά
Μετάφραση: ходкий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τωρινός, δημοφιλής, ρεύμα, λαϊκός, πωλήσιμος, εμπορεύσιμης, εμπορεύσιμο, εμπορεύσιμη, εμπορεύσιμων
Μεταφράσεις
- афелий στα ελληνικά - αφήλιο, αφήλιο το, το αφήλιο, στο αφήλιο
- визирь στα ελληνικά - βεζίρης, Βεζύρη, βεζίρη, Βεζύρης, Vizier
- возникать στα ελληνικά - προσφορά, προκύπτω, αυξάνομαι, συμβαίνω, άνοιξη, διαφαίνομαι, έρχομαι, ...
- возражение στα ελληνικά - ένσταση, αντίρρηση, κλοτσώ, αποκήρυξη, απαντώ, απάντηση, εξαίρεση, ...
Τυχαίες λέξεις
Ходкий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τωρινός, δημοφιλής, ρεύμα, λαϊκός, πωλήσιμος, εμπορεύσιμης, εμπορεύσιμο, εμπορεύσιμη, εμπορεύσιμων
Μεταφράσεις: τωρινός, δημοφιλής, ρεύμα, λαϊκός, πωλήσιμος, εμπορεύσιμης, εμπορεύσιμο, εμπορεύσιμη, εμπορεύσιμων