Шотландка στα ελληνικά

Μετάφραση: шотландка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκοτσέζος, αποτρέπω, ουίσκι, σκοτσέζικο ύφασμα, ταρτάν, καρό, σκοτσέζικο, tartan
Шотландка στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бросаться στα ελληνικά - ράμπα, ραντίζω, εκτινάσσομαι, άνοιξη, ορμή, βιασύνη, τρέχω, ...
  • геронтология στα ελληνικά - γεροντολογία, γεροντολογίας, η γεροντολογία, της γεροντολογίας, γήρατος το
  • дожаривать στα ελληνικά - μαρίδα, τηγανίζω, καβουρδίζω, καβουρντίζω, κάνω, ψήνω, dozharivat
  • желание στα ελληνικά - ευχή, επιθυμία, διαθήκη, προαίρεση, θέληση, καημός, όρεξη, ...
Τυχαίες λέξεις
Шотландка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκοτσέζος, αποτρέπω, ουίσκι, σκοτσέζικο ύφασμα, ταρτάν, καρό, σκοτσέζικο, tartan