Элеватор στα ελληνικά

Μετάφραση: элеватор, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ασανσέρ, ανελκυστήρας, ανελκυστήρα, του ανελκυστήρα, ανελκυστήρων
Элеватор στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • баю-бай στα ελληνικά - γειά σας, αντίο, s αντίο, άντε γεια, γειά
  • градусник στα ελληνικά - θερμόμετρο, θερμομέτρου, το θερμόμετρο, θερμόμετρου
  • диковинный στα ελληνικά - μονός, θαυμάσιος, υπέροχος, τεράστιος, περίεργος, αξιοσημείωτος, παράξενος, ...
  • дискредитировать στα ελληνικά - αμφισβητώ, εξευτελίζω, δυσφημίσει, δυσφημήσει, δυσφημήσουν, δυσφημίσουν, δυσφήμιση
Τυχαίες λέξεις
Элеватор στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ασανσέρ, ανελκυστήρας, ανελκυστήρα, του ανελκυστήρα, ανελκυστήρων