Клинецот στα ελληνικά
Μετάφραση: клинецот, Λεξικό: σλαβομακεδονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρόκα, καρφί, νύχι, νυχιών, των νυχιών, καρφιών
Μεταφράσεις
- класицизам στα ελληνικά - κλασσικότης, κλασσικότητα, κλασικισμού, κλασικισμό, κλασικισμός
- клима στα ελληνικά - κλίμα, κλίματος, του κλίματος, κλιματική, το κλίμα
- клунот στα ελληνικά - λογαριασμός, νομοσχέδιο, ράμφος, τόξο, αψίδα, το ράμφος, ράμφους, ...
- клуч στα ελληνικά - κλειδί, πλήκτρο, Βασικά, Key, Βασικές
Τυχαίες λέξεις
Клинецот στα ελληνικά - Λεξικό: σλαβομακεδονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρόκα, καρφί, νύχι, νυχιών, των νυχιών, καρφιών
Μεταφράσεις: πρόκα, καρφί, νύχι, νυχιών, των νυχιών, καρφιών