Čerpadlo στα ελληνικά
Μετάφραση: čerpadlo, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φουσκώνω, αντλία, τρόμπα, αντλίας, της αντλίας, αντλιών, την αντλία
Μεταφράσεις
- černoch στα ελληνικά - μαύρος, νέγρος, Μαύρος, Negro, Νέγκρο, νέγρου
- černošský στα ελληνικά - μαύρος, νέγρος, Μαύρος, Negro, Νέγκρο, νέγρου
- čerstvý στα ελληνικά - φρέσκος, νέος, δροσερός, καινούριος, νωπός, ζωντανός, φρέσκο, ...
- čert στα ελληνικά - διάβολος, διάβολο, διαβόλου, του διαβόλου, ο διάβολος
Τυχαίες λέξεις
Čerpadlo στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φουσκώνω, αντλία, τρόμπα, αντλίας, της αντλίας, αντλιών, την αντλία
Μεταφράσεις: φουσκώνω, αντλία, τρόμπα, αντλίας, της αντλίας, αντλιών, την αντλία