Dochvíľnosť στα ελληνικά

Μετάφραση: dochvíľnosť, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνέπεια, ακρίβεια, Χρονική ακρίβεια εκτέλεσης, Η ακρίβεια, Χρονική ακρίβεια, Έγκαιρη διάθεση
Dochvíľnosť στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dobytí στα ελληνικά - κατάκτηση, πόρθηση, αιχμαλωσία, αιχμαλωτίζω, κατάκτησης, κατάληψη, την κατάκτηση, ...
  • docent στα ελληνικά - υφηγητής, Ο ξεναγός, ξεναγός, εθελόντρια, επίκουρος
  • dodanie στα ελληνικά - παράδοση, παραλαβή, διανομή, παράδοσης, παροχής, παροχή
  • dodatkový στα ελληνικά - συμπληρωματικός, επιπλέον, πρόσθετες, πρόσθετη, πρόσθετα, πρόσθετων
Τυχαίες λέξεις
Dochvíľnosť στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνέπεια, ακρίβεια, Χρονική ακρίβεια εκτέλεσης, Η ακρίβεια, Χρονική ακρίβεια, Έγκαιρη διάθεση