Nepretržitý στα ελληνικά
Μετάφραση: nepretržitý, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνεχής, αδιάκοπος, συνεχή, συνεχούς, συνεχείς, συνεχές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- neprerušený στα ελληνικά - αδιάλειπτη, αδιάκοπη, απρόσκοπτη, χωρίς διακοπή, αδιάλειπτης
- neprestajne στα ελληνικά - συνεχώς, διαρκώς, σταθερά, συνεχή, συνέχεια
- neprirodzený στα ελληνικά - αφύσικος, αφύσικη, αφύσικο, αφύσικες, μη φυσικά
- neproduktívni στα ελληνικά - μη παραγωγικός, μη παραγωγικών, αντιπαραγωγική, μη παραγωγικές, μη παραγωγική
Τυχαίες λέξεις
Nepretržitý στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνεχής, αδιάκοπος, συνεχή, συνεχούς, συνεχείς, συνεχές
Μεταφράσεις: συνεχής, αδιάκοπος, συνεχή, συνεχούς, συνεχείς, συνεχές