Olovnica στα ελληνικά
Μετάφραση: olovnica, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σταθμίζω, βολίδα, πέφτουν κατακόρυφα, κατρακυλούν, κατακόρυφη πτώση της, με κατακόρυφη πτώση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- olejový στα ελληνικά - λάδι, πετρέλαιο, έλαιο, πετρελαίου, ελαίου
- oliva στα ελληνικά - ελιά, ελιάς, ελαιόλαδο, ελιές, της ελιάς
- olovnice στα ελληνικά - σταθμίζω, αναπηδώ, βολίδα, πέφτουν κατακόρυφα, κατρακυλούν, πέσει κατακόρυφα, κατακόρυφη πτώση
- olovo στα ελληνικά - ηγούμαι, μόλυβδος, λουρί, οδηγήσουν, να οδηγήσει, οδηγήσει, οδηγούν, ...
Τυχαίες λέξεις
Olovnica στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σταθμίζω, βολίδα, πέφτουν κατακόρυφα, κατρακυλούν, κατακόρυφη πτώση της, με κατακόρυφη πτώση
Μεταφράσεις: σταθμίζω, βολίδα, πέφτουν κατακόρυφα, κατρακυλούν, κατακόρυφη πτώση της, με κατακόρυφη πτώση