Omráčený στα ελληνικά
Μετάφραση: omráčený, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παράλογος, ανόητος, σαστισμένος, σαστισμένους, μπερδεμένος, σαστισμένοι, ναρκωμένη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- omrzel στα ελληνικά - κουρασμένος, κουρασμένο, κουρασμένοι, κουραστεί, κουρασμένα
- omrzlina στα ελληνικά - παγοπληξία, κρυοπάγημα, κρυοπαγήματα, κρυοπαγήματος, κρυοπαγημάτων, τα κρυοπαγήματα
- omráčiť στα ελληνικά - τρικλίζω, ζαλίζω, αναισθητοποίηση, την αναισθητοποίηση, αναισθητοποίηση των, αναισθητοποιεί
- omyl στα ελληνικά - γλιστρώ, λάθος, ολίσθημα, γλίστρημα, παραδρομή, πέφτω, αβλεψία, ...
Τυχαίες λέξεις
Omráčený στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παράλογος, ανόητος, σαστισμένος, σαστισμένους, μπερδεμένος, σαστισμένοι, ναρκωμένη
Μεταφράσεις: παράλογος, ανόητος, σαστισμένος, σαστισμένους, μπερδεμένος, σαστισμένοι, ναρκωμένη