Opovržení στα ελληνικά
Μετάφραση: opovržení, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιφρόνηση, περιφρονώ, καταφρόνια, περιφρόνησης, την περιφρόνηση, καταφρόνηση, περιφρόνησή
Μεταφράσεις
- oponoval στα ελληνικά - αντίθετος, αντίθεση, σε αντίθεση, αντιδιαστολή, αντίθεση με
- opora στα ελληνικά - στυλοβάτης, συμπαράσταση, υποστήριξη, στήριξη, στήριξης, υποστήριξης, την υποστήριξη
- opovržlivý στα ελληνικά - περιφρονητικός, περιφρονητική, περιφρονητικά, περιφρονητικό, περιφρονητικοί
- opozičník στα ελληνικά - διαφωνών, αμφισβητίας, σχισματικός, που διαφώνησε
Τυχαίες λέξεις
Opovržení στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιφρόνηση, περιφρονώ, καταφρόνια, περιφρόνησης, την περιφρόνηση, καταφρόνηση, περιφρόνησή
Μεταφράσεις: περιφρόνηση, περιφρονώ, καταφρόνια, περιφρόνησης, την περιφρόνηση, καταφρόνηση, περιφρόνησή