Pučení στα ελληνικά

Μετάφραση: pučení, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νεαρός, ανερχόμενος, βλάστησης, βλάστηση, της βλάστησης, βλαστάνοντες, τη βλάστηση
Pučení στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • pustý στα ελληνικά - στείρος, άγονος, άκαρπος, έρημος, έρημο, ερήμου, της ερήμου, ...
  • puč στα ελληνικά - πραξικόπημα, πραξικοπήματος, πραξικόπημα του, putsch, πραξικόπημα των
  • puška στα ελληνικά - όπλο, πιστόλι, τουφέκι, καραμπίνα, τυφέκιο, το όπλο, όπλου
  • pyrit στα ελληνικά - πυριτόλιθος, πυρίτης, πυρίτες, σιδηροπυρίτες, σιδηροπυριτών
Τυχαίες λέξεις
Pučení στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νεαρός, ανερχόμενος, βλάστησης, βλάστηση, της βλάστησης, βλαστάνοντες, τη βλάστηση