Pučení στα ελληνικά
Μετάφραση: pučení, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νεαρός, ανερχόμενος, βλάστησης, βλάστηση, της βλάστησης, βλαστάνοντες, τη βλάστηση
![Pučení στα ελληνικά Pučení στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-sk-gr-5510.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- pustý στα ελληνικά - στείρος, άγονος, άκαρπος, έρημος, έρημο, ερήμου, της ερήμου, ...
- puč στα ελληνικά - πραξικόπημα, πραξικοπήματος, πραξικόπημα του, putsch, πραξικόπημα των
- puška στα ελληνικά - όπλο, πιστόλι, τουφέκι, καραμπίνα, τυφέκιο, το όπλο, όπλου
- pyrit στα ελληνικά - πυριτόλιθος, πυρίτης, πυρίτες, σιδηροπυρίτες, σιδηροπυριτών
Τυχαίες λέξεις
Pučení στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νεαρός, ανερχόμενος, βλάστησης, βλάστηση, της βλάστησης, βλαστάνοντες, τη βλάστηση
Μεταφράσεις: νεαρός, ανερχόμενος, βλάστησης, βλάστηση, της βλάστησης, βλαστάνοντες, τη βλάστηση