Rovník στα ελληνικά

Μετάφραση: rovník, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ισημερινός, ισημερινό, ισημερινού, τον ισημερινό
Rovník στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • rovnou στα ελληνικά - απόλυτος, ευθεία, ίσια, ευθείας, ευθείες
  • rovnováha στα ελληνικά - ηρεμία, ισοτιμία, πλάστιγγα, κορμοστασιά, ισότητα, ζυγαριά, ισορροπία, ...
  • rovníkový στα ελληνικά - ισημερινού, Ισημερινή, ισημερινό, ισημερινής, της Ισημερινής
  • rovný στα ελληνικά - λείος, ίσος, ίσιος, ευθύς, ευθεία, ίσια, ευθείας, ...
Τυχαίες λέξεις
Rovník στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ισημερινός, ισημερινό, ισημερινού, τον ισημερινό