Stanovište στα ελληνικά
Μετάφραση: stanovište, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δοκάρι, πόστο, ταχυδρομώ, θέση, ταχυδρομείο, μετά, υστέρων, μετά την
Μεταφράσεις
- stanovení στα ελληνικά - στερέωση, αποφασιστικότητα, περιβάλλον, εκτίμηση, αξιολόγηση, αξιολόγησης, εκτίμησης, ...
- stanovisko στα ελληνικά - συμπεριφορά, γωνία, πλευρά, στάση, όψη, θωριά, άποψη, ...
- stanoviť στα ελληνικά - προβλέπω, διατάσσω, ορίζω, σετ, σύνολο, σειρά, συνόλου, ...
- stanovy στα ελληνικά - καταστατικό, νομοθεσία, ναύλωση, καταστατικός χάρτης, Χάρτη, τσάρτερ, charter
Τυχαίες λέξεις
Stanovište στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δοκάρι, πόστο, ταχυδρομώ, θέση, ταχυδρομείο, μετά, υστέρων, μετά την
Μεταφράσεις: δοκάρι, πόστο, ταχυδρομώ, θέση, ταχυδρομείο, μετά, υστέρων, μετά την