Vlečnica στα ελληνικά
Μετάφραση: vlečnica, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υψώνω, σηκώνω, γόνδολα, ασανσέρ, lift
Μεταφράσεις
- vleči στα ελληνικά - τράβηγμα, τραβώ, έλξη, σύρετε, drag, οπισθέλκουσας, αντίσταση
- vlečka στα ελληνικά - τρένο, αμαξοστοιχία, εκπαιδεύω, Gutshot, όρο Gutshot, του Gutshot, τον όρο Gutshot
- vliv στα ελληνικά - επενέργεια, επενεργώ, ορμή, επίδραση, επιρροή, σύγκρουση, κρούση, ...
- vložení στα ελληνικά - καταχώρηση, προσθήκη, που κατατέθηκε, κατατεθεί, κατατέθηκε, κατατίθεται, κατέθεσε
Τυχαίες λέξεις
Vlečnica στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υψώνω, σηκώνω, γόνδολα, ασανσέρ, lift
Μεταφράσεις: υψώνω, σηκώνω, γόνδολα, ασανσέρ, lift