Eftergiven στα ελληνικά
Μετάφραση: eftergiven, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενδοτικός, συγκαταβατικός, σε ηρεμία, συναινετικοί, συναίνων, βρίσκεται σε ηρεμία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- efterföljare στα ελληνικά - κληρονόμος, διάδοχος, διάδοχο, διαδόχου, διάδοχός, διάδοχό
- eftergift στα ελληνικά - παραχώρηση, άφεση, διαγραφής, ύφεση, τη διαγραφή, η διαγραφή
- efterlikna στα ελληνικά - αντιγράφω, αντίτυπο, αντίγραφο, μιμούμαι, μίμος, μιμούνται, μιμητικό, ...
- eftermiddag στα ελληνικά - απόγευμα, το απόγευμα, απογευματινό, μεσημέρι, απογευματινή
Τυχαίες λέξεις
Eftergiven στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενδοτικός, συγκαταβατικός, σε ηρεμία, συναινετικοί, συναίνων, βρίσκεται σε ηρεμία
Μεταφράσεις: ενδοτικός, συγκαταβατικός, σε ηρεμία, συναινετικοί, συναίνων, βρίσκεται σε ηρεμία