Θηλάζω στα αγγλικά

Μετάφραση: θηλάζω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
suck, suckle, nurse, breastfeeding, breastfeed
Θηλάζω στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: θηλάζω

suck
  • απομυζώ
  • βυζαίνω
  • εκμυζώ
  • θηλάζω
  • ρουφώ
nurse
  • τρέφω
  • φροντίζω
  • θηλάζω
  • περιποιούμαι
  • νοσηλεύω
suckle
  • θηλάζω
  • βυζαίνω
  • γαλουχώ

Σχετικές λέξεις: θηλάζω

θηλάζω λεξικό γλώσσας αγγλικά, θηλάζω στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • θεϊκός στα αγγλικά - divine, godlike, heavenly, a divine
  • θεός στα αγγλικά - god, Lord, a god, god of, god is
  • θηλαστικό στα αγγλικά - mammal, mammalian, a mammal, the mammal
  • θηλαστικός στα αγγλικά - suckling, mammalian
Τυχαίες λέξεις
Θηλάζω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: suck, suckle, nurse, breastfeeding, breastfeed