Elak στα ελληνικά

Μετάφραση: elak, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κακεντρεχής, σατανικός, άρρωστος, απαίσιος, παραδόπιστος, τσιγκούνης, κακόβουλος, κακοήθης, μοχθηρός, εννοώ, εμπαθής, σημαίνω, κακός, κακοήθη, κακοήθεις, κακοήθους, κακόηθες
Elak στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ekvation στα ελληνικά - εξίσωση, εξίσωσης, την εξίσωση, εξισώσεως, εξίσωση που
  • ekvator στα ελληνικά - ισημερινός, ισημερινό, ισημερινού, τον ισημερινό
  • elasticitet στα ελληνικά - ελαστικότητα, την ελαστικότητα, την ελαστικότητά, της ελαστικότητας, ελαστικότητα του
  • elastisk στα ελληνικά - ανθεκτικός, εύκαμπτος, ευλύγιστος, ελαστικό, ελαστική, ελαστικά, ελαστικού, ...
Τυχαίες λέξεις
Elak στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κακεντρεχής, σατανικός, άρρωστος, απαίσιος, παραδόπιστος, τσιγκούνης, κακόβουλος, κακοήθης, μοχθηρός, εννοώ, εμπαθής, σημαίνω, κακός, κακοήθη, κακοήθεις, κακοήθους, κακόηθες