Fysisk στα ελληνικά
Μετάφραση: fysisk, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωματικός, φυσικός, φυσική, σωματική, φυσικές, φυσικής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- fyrtio στα ελληνικά - σαράντα, Forty, από σαράντα, τεσσαράκοντα
- fysik στα ελληνικά - φυσική, Φυσικής, της φυσικής, τη φυσική, Physics
- fä στα ελληνικά - ζώο, κτήνος, θηρίο, θηρίου, τέρας, κτήνους
- fäktning στα ελληνικά - ξιφασκία, Περιφράξεις, Ξιφασκίας, Περίφραξη, την περίφραξη
Τυχαίες λέξεις
Fysisk στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωματικός, φυσικός, φυσική, σωματική, φυσικές, φυσικής
Μεταφράσεις: σωματικός, φυσικός, φυσική, σωματική, φυσικές, φυσικής