Gäst στα ελληνικά
Μετάφραση: gäst, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επισκέπτης, φιλοξενούμενος, καλεσμένος, προσκεκλημένος, επισκεπτών
Μεταφράσεις
- gärning στα ελληνικά - αγωγή, δράση, διάβημα, επενέργεια, πράξη, πράξης, μάλιστα, ...
- gäspning στα ελληνικά - χασμουριέμαι, χασμουρητό, το χασμουρητό, χασμουριόμαστε, να χασμουριέται, λέμβος
- gästfri στα ελληνικά - φιλόξενος, φιλόξενο, φιλόξενη, φιλόξενοι, φιλόξενους
- gå στα ελληνικά - περπατώ, βόλτα, ιππεύω, ατραξιόν, πηγαίνω, ταξιδεύω, σεργιανίζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Gäst στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επισκέπτης, φιλοξενούμενος, καλεσμένος, προσκεκλημένος, επισκεπτών
Μεταφράσεις: επισκέπτης, φιλοξενούμενος, καλεσμένος, προσκεκλημένος, επισκεπτών