Gå στα ελληνικά

Μετάφραση: gå, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περπατώ, βόλτα, ιππεύω, ατραξιόν, πηγαίνω, ταξιδεύω, σεργιανίζω, πάω, πάει, πάτε, πηγαίνετε
Gå στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • gäst στα ελληνικά - επισκέπτης, φιλοξενούμενος, καλεσμένος, προσκεκλημένος, επισκεπτών
  • gästfri στα ελληνικά - φιλόξενος, φιλόξενο, φιλόξενη, φιλόξενοι, φιλόξενους
  • gång στα ελληνικά - περπατησιά, ώρα, χρόνος, φορά, χρόνο, χρόνου
  • gård στα ελληνικά - αυλή, προαύλιο, αγρόκτημα, Farm, φάρμα, Γεωργικά, Κτίσμα
Τυχαίες λέξεις
Gå στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περπατώ, βόλτα, ιππεύω, ατραξιόν, πηγαίνω, ταξιδεύω, σεργιανίζω, πάω, πάει, πάτε, πηγαίνετε