Gräsmatta στα ελληνικά
Μετάφραση: gräsmatta, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πελούζα, γκαζόν, γρασίδι, χλοοτάπητα, χορτοτάπητα, γκαζόν για
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- gräs στα ελληνικά - καταδότης, χόρτο, πόα, γρασίδι, χλόη, χορτάρι, χόρτου
- gräslig στα ελληνικά - φοβερός, άρρωστος, απαίσιος, φρικτός, βδελυρός, τρομερός, εναγής, ...
- gräva στα ελληνικά - σαρκασμός, κέντρισμα, νύξη, σκάβω, ανασκαφή, σκάβουν, dig, ...
- grå στα ελληνικά - φαιός, γκρίζος, γκρί, γκρι, γκρίζα, γκρίζο
Τυχαίες λέξεις
Gräsmatta στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πελούζα, γκαζόν, γρασίδι, χλοοτάπητα, χορτοτάπητα, γκαζόν για
Μεταφράσεις: πελούζα, γκαζόν, γρασίδι, χλοοτάπητα, χορτοτάπητα, γκαζόν για