Händig στα ελληνικά
Μετάφραση: händig, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιδέξιος, επιτήδειος, έντεχνος, πρόχειρος, σβέλτος, εύχρηστος, εύχρηστο, βολικό, πρακτικό, εύχρηστη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- händelse στα ελληνικά - περιστατικό, άθλημα, επεισόδιο, συμβάν, γεγονός, περίπτωση, εκδήλωση, ...
- händelsevis στα ελληνικά - τυχαία, παρεμπιπτόντως, εξάλλου, συμπτωματικά, άλλωστε
- hänga στα ελληνικά - απαγχονίζω, κρέμασμα, κρεμώ, Hang, Κρεμάστε, κολλάει
- hänglås στα ελληνικά - λουκέτο, λουκέτου, κλειδαριά, Padlock, το λουκέτο
Τυχαίες λέξεις
Händig στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιδέξιος, επιτήδειος, έντεχνος, πρόχειρος, σβέλτος, εύχρηστος, εύχρηστο, βολικό, πρακτικό, εύχρηστη
Μεταφράσεις: επιδέξιος, επιτήδειος, έντεχνος, πρόχειρος, σβέλτος, εύχρηστος, εύχρηστο, βολικό, πρακτικό, εύχρηστη