Inuti στα ελληνικά

Μετάφραση: inuti, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μέσα, εντός, εσωτερικό, στο εσωτερικό, μέσα σε
Inuti στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • intyg στα ελληνικά - πιστοποιητικό, πιστοποιητικού, βεβαίωση, πιστοποιητικό που, το πιστοποιητικό
  • intyga στα ελληνικά - βεβαιώνω, πιστοποιώ, πιστοποιούν, πιστοποιεί, πιστοποιήσει
  • invecklad στα ελληνικά - περίπλοκος, δυσεπίλυτος, ροζιάρικός, πολύπλοκος, συγκρότημα, σύμπλεγμα, πολύπλοκες, ...
  • inverkan στα ελληνικά - επενεργώ, επιρροή, επενέργεια, αντίκτυπος, επίπτωση, επιπτώσεις, επιπτώσεων, ...
Τυχαίες λέξεις
Inuti στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μέσα, εντός, εσωτερικό, στο εσωτερικό, μέσα σε