Lek στα ελληνικά

Μετάφραση: lek, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παριστάνω, έργο, παίζω, παιχνίδι, Παίξτε, Play, Αναπαραγωγή
Lek στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • leja στα ελληνικά - νοικιάζω, ενοικίαση, μίσθωση, προσλάβει, προσλαμβάνουν, νοικιάσετε
  • lejon στα ελληνικά - λιοντάρι, λιονταριού, λέοντος, λιονταριών, λέοντα
  • leka στα ελληνικά - έργο, παριστάνω, παίζω, παιχνίδι, παίξει, παίξετε, παίξουν
  • lekamen στα ελληνικά - σώμα, σώματος, οργανισμό, οργανισμός, το σώμα
Τυχαίες λέξεις
Lek στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παριστάνω, έργο, παίζω, παιχνίδι, Παίξτε, Play, Αναπαραγωγή