Snigel στα ελληνικά
Μετάφραση: snigel, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σαλιγκάρι, Snail, σαλιγκαριού, σαλιγκαριών, Σαλιγκάρια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- sned στα ελληνικά - λοξός, πλάγιος, κλίση, κεκλιμένη, κεκλιμένο, ράπισμα, λοξά
- snickare στα ελληνικά - μαραγκός, ξυλουργός, Carpenter, ξυλουργό, μαραγκού
- sniken στα ελληνικά - φιλάργυρος, λαίμαργος, άπληστος, άπληστοι, άπληστους, άπληστο, άπληστη
- snikenhet στα ελληνικά - απληστία, βουλιμία, απληστίας, την απληστία, η απληστία, πλεονεξία
Τυχαίες λέξεις
Snigel στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σαλιγκάρι, Snail, σαλιγκαριού, σαλιγκαριών, Σαλιγκάρια
Μεταφράσεις: σαλιγκάρι, Snail, σαλιγκαριού, σαλιγκαριών, Σαλιγκάρια