Usling στα ελληνικά

Μετάφραση: usling, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κακόμοιρος, φουκαράς, wretch, εξαθλιωμένου, αχρεία, το κάθαρμα
Usling στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • urval στα ελληνικά - επιλογή, εκλεκτός, επιλογής, την επιλογή, ποικιλία, η επιλογή
  • usel στα ελληνικά - ταπεινός, κακόμοιρος, πενιχρός, χάλια, οικτρός, ελεεινός, άθλιος, ...
  • utan στα ελληνικά - όμως, αλλά, άνευ, χωρίς, χωρίς να, δεν, χωρίς την
  • utanför στα ελληνικά - έξω, εκτός, έξω από, εξωτερικό, εξωτερική
Τυχαίες λέξεις
Usling στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κακόμοιρος, φουκαράς, wretch, εξαθλιωμένου, αχρεία, το κάθαρμα