Utredning στα ελληνικά

Μετάφραση: utredning, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έρευνα, διερεύνηση, ανάλυση, Διερεύνηση, έρευνας, Ερευνών, Εξέταση
Utredning στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • utplåna στα ελληνικά - σβήνω, εξαλείψει, εξαφανίσουν, σβήσει, εξαλείφουν
  • utpressning στα ελληνικά - εκβιασμός, εκβιάζω, εκβιασμού, εκβιασμούς, εκβίαση, του εκβιασμού
  • utrikes στα ελληνικά - ξένος, εξωτερικός, αλλοδαπός, Εξωτερικών, Εξωτερικών της, Εξωτερικής
  • utrop στα ελληνικά - επιφώνημα, αναφώνηση, θαυμαστικό, θαυμαστικά, θαυμαστικών
Τυχαίες λέξεις
Utredning στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έρευνα, διερεύνηση, ανάλυση, Διερεύνηση, έρευνας, Ερευνών, Εξέταση