Διερεύνηση στα σουηδικά

Μετάφραση: διερεύνηση, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
utredning, undersökning, undersökningen, utredningen, undersökningsperioden
Διερεύνηση στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διερεύνηση

διερεύνηση αεροπορικών ατυχημάτων, διερεύνηση εκπαιδευτικών αναγκών ενηλίκων, διερεύνηση συνώνυμο, διερεύνηση αναιμίας, διερεύνηση στα αγγλικά, διερεύνηση λεξικό γλώσσας σουηδικά, διερεύνηση στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • διεξοδικός στα σουηδικά - väldig, vidlyftig, vidsträckt, ymnig, uttömmande, fullständig, omfattande, ...
  • διεργασία στα σουηδικά - granskning, prov, examen, förhör, process, processen, förfarande
  • διερμηνέας στα σουηδικά - tolk, översättare, tolken, tolkare
  • διερωτώμαι στα σουηδικά - under, underverk, undrar, undra, att undra, frågar, fundera
Τυχαίες λέξεις
Διερεύνηση στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: utredning, undersökning, undersökningen, utredningen, undersökningsperioden