Λέξη: σκώμμα

Σχετικές λέξεις: σκώμμα

σκώμμα ετυμολογια, σκώμμα συνωνυμο

Συνώνυμα: σκώμμα

εκσφενδονίζομαι, εκσφενδονίζω

Μεταφράσεις: σκώμμα

σκώμμα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
gibe, fling, quip, scoff

σκώμμα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
mofa, burla, burlarse, arrojar, lanzar, aventura amorosa, lanzamiento, fling

σκώμμα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
korrespondieren, übereinstimmen, schleudern, fling, Seitensprung, Affäre

σκώμμα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
concorder, raillerie, lardon, moquerie, quolibet, jeter, Fling, rencontres, aventure, flirt

σκώμμα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
avventura, scagliare, lanciare, Fling, scappatella

σκώμμα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
arremesso, coice, folia, fling, do Fling

σκώμμα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
smijten, gooi, Fling, gooien, affaire

σκώμμα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
насмешка, насмехаться, перекидывать, издёвка, бросать, Fling, бросок, Флинг, швырять

σκώμμα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
flørt, fling, slenge, affære, hive

σκώμμα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fling, flört, häftig rörelse, slänga, häftig

σκώμμα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ivata, sopia, nälväisy, sinkauttaa, heitellä, paiskata, irrottelu, ilonpito

σκώμμα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
slynge, Fling, affære, flirt, kyle

σκώμμα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
posměch, posměšek, úšklebek, hodit, mrštit, hození, Fling, flirt

σκώμμα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kpić, przymówka, drwić, docinek, przycinek, kpina, rzucać, szaleństwo, rzut, ciskać, rozsiewać

σκώμμα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hajít, Fling, kiruccanás, fellángolás, dob

σκώμμα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
fırlatmak, atmak, savurmak, binicisini atma, doya doya eğlenme

σκώμμα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
насмішка, кидати, залишати

σκώμμα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
hallakatje, përplas, flak, plas, flakëroj

σκώμμα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ритам, плисвам, захвърлям, мятане, буйство

σκώμμα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
кідаць

σκώμμα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kiusama, mõnitus, paiskama, Paiskata, Paiskata riiki, Irrottelu, paiskamine

σκώμμα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
zadirkivati, baciti, avantura, bacati, straćiti, baciti se

σκώμμα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
kast, Bólfélagar, Fling

σκώμμα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
derėti, tikti, laidyti, trenkti, sviesti, blaškyti, parmesti

σκώμμα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
sviest, metiens, mest, izsmiekls, izplatīt

σκώμμα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
фрла, потсмев

σκώμμα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
arunca, lansa, se precipita, da buzna în, aruncătură

σκώμμα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Metati, romanca, Fling

σκώμμα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
hodiť
Τυχαίες λέξεις