Kâğıt στα ελληνικά

Μετάφραση: kâğıt, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαρτί, εφημερίδα, χαρτένιος, χαρτιού, έγγραφο, το χαρτί, του χαρτιού
Kâğıt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kâr στα ελληνικά - απολαβές, κέρδος, αποδοχές, ωφέλεια, απολαβή, κέρδους, κέρδη, ...
  • kârlı στα ελληνικά - πλεονεκτικός, επικερδής, κερδοφόρος, κερδοφόρα, κερδοφόρες, επικερδείς
  • kök στα ελληνικά - ρίζα, ρίζας, root, ριζικό, ριζών
  • köken στα ελληνικά - αρχή, έναρξη, προέλευση, λίκνο, ρίζα, πηγή, καταγωγή, ...
Τυχαίες λέξεις
Kâğıt στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαρτί, εφημερίδα, χαρτένιος, χαρτιού, έγγραφο, το χαρτί, του χαρτιού