Reform στα ελληνικά

Μετάφραση: reform, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεταρρύθμιση, μεταρρυθμίζω, ανασχηματισμός, μεταρρύθμισης, μεταρρυθμίσεων, τη μεταρρύθμιση, μεταρρυθμίσεις
Reform στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • refah στα ελληνικά - ευημερία, καλή διαβίωση, καλή διαβίωση των, την καλή διαβίωση, καλή μεταχείριση των
  • refleks στα ελληνικά - αντανάκλαση, αντανακλαστικό, αντανακλαστικού, reflex, αντανακλαστική
  • rehber στα ελληνικά - καθοδηγώ, ξεναγώ, ξεναγός, οδηγός, Κατάλογος, κατάλογο, καταλόγου, ...
  • rehberlik στα ελληνικά - χειραγωγία, καθοδήγηση, οδηγία, οδηγίες, καθοδήγησης, προσανατολισμού
Τυχαίες λέξεις
Reform στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεταρρύθμιση, μεταρρυθμίζω, ανασχηματισμός, μεταρρύθμισης, μεταρρυθμίσεων, τη μεταρρύθμιση, μεταρρυθμίσεις