Yenmek στα ελληνικά
Μετάφραση: yenmek, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπερνικώ, νικημένος, ξεπερνώ, καταβάλλω, ήττα, κατανικώ, την ήττα, ήττας, αναστολής, ήττα του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- yenilgi στα ελληνικά - ήττα, την ήττα, ήττας, αναστολής, ήττα του
- yenilik στα ελληνικά - καινοτομία, καινοτομίας, την καινοτομία, της καινοτομίας, η καινοτομία
- yer στα ελληνικά - όροφος, πάτωμα, καθίζω, τοποθεσία, εντοπίζω, βούλα, γη, ...
- yergi στα ελληνικά - σάτυρα, σάτιρα, σάτιρας, τη σάτιρα, η σάτιρα
Τυχαίες λέξεις
Yenmek στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπερνικώ, νικημένος, ξεπερνώ, καταβάλλω, ήττα, κατανικώ, την ήττα, ήττας, αναστολής, ήττα του
Μεταφράσεις: υπερνικώ, νικημένος, ξεπερνώ, καταβάλλω, ήττα, κατανικώ, την ήττα, ήττας, αναστολής, ήττα του