Abdikovat στα ελληνικά

Μετάφραση: abdikovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποποιούμαι, αποκηρύσσω, εγκαταλείπω, παραιτούμαι, παραιτηθεί, απαρνηθούν τις, παραιτείται από την
Abdikovat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abdikace στα ελληνικά - παραίτηση, την παραίτηση, αποποίηση, παραίτηση από, παραίτηση του
  • abdominální στα ελληνικά - γαστρικός, κοιλιακός, κοιλιακό, κοιλιακή, κοιλιακού, κοιλιακής
  • abeceda στα ελληνικά - αλφάβητο, αλφαβήτου, αλφάβητου, αλφαβήτα
  • animální στα ελληνικά - ζώο, κτήνος, ζώων, των ζώων, ζωικής, ζωικών
Τυχαίες λέξεις
Abdikovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποποιούμαι, αποκηρύσσω, εγκαταλείπω, παραιτούμαι, παραιτηθεί, απαρνηθούν τις, παραιτείται από την