Arogantní στα ελληνικά
Μετάφραση: arogantní, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αλαζόνας, υπεροπτικός, υπερόπτης, αλαζονικός, αλαζονική, αλαζονικό, αλαζόνες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- arogance στα ελληνικά - υπόθεση, έπαρση, αλαζονεία, υπεροψία, αλαζονείας, την αλαζονεία, η αλαζονεία
- arogantnost στα ελληνικά - υπεροψία, αλαζονεία, έπαρση, αλαζονείας, την αλαζονεία, η αλαζονεία
- arogantně στα ελληνικά - αλαζονικά, αλαζονεία, υπεροπτικά, υπεροψία, αλαζονικό
- aromatický στα ελληνικά - πικάντικος, αρωματικός, αρωματικό, αρωματικών, αρωματικά, αρωματική
Τυχαίες λέξεις
Arogantní στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αλαζόνας, υπεροπτικός, υπερόπτης, αλαζονικός, αλαζονική, αλαζονικό, αλαζόνες
Μεταφράσεις: αλαζόνας, υπεροπτικός, υπερόπτης, αλαζονικός, αλαζονική, αλαζονικό, αλαζόνες