Λέξη: πατημασιά
Σχετικές λέξεις: πατημασιά
πατημασιά κουτάβια
Συνώνυμα: πατημασιά
κυνάριο, πηλός, πυγμάχος, τροχιά, γραμμές σιδηροδρόμου, στίβος, ίχνος, δρόμος, αχνάρι
Μεταφράσεις: πατημασιά
πατημασιά στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
footprint, tread, pug, Adorable
πατημασιά στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
pisar, huella, hollar, pisada, doguillo, barro amasado, pug, del barro amasado, amasado
πατημασιά στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fußabdruck, schritt, profil, fußspur, Mops, pug
πατημασιά στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
empreinte, stigmate, piétiner, escabeau, ornière, vestige, semelle, marcher, train, cheminer, pas, démarche, marche, piste, allure, trace, carlin, roquet, Pug, de roquet, roquet de
πατημασιά στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
orma, passo, procedere, camminare, carlino, pug, del Pug, pug che, di Carlino
πατημασιά στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
passo, traiçoeiro, pug, do Pug, Pug do, do pug do, Pug de
πατημασιά στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
lopen, stap, schrijden, tred, stappen, treden, schrede, mopshond, mops, pug, Pug van, Pug de
πατημασιά στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
отпечаток, походка, ступить, ступенька, ступать, протаптывать, ступень, наступать, звено, травма, подошва, поступь, след, утрамбовать, протектор, топот, мопс, Pug, мопса, мятая глина, курносый
πατημασιά στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fotspor, mops, pug, mopsen
πατημασιά στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
stiga, trampa, mops, pug
πατημασιά στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
askel, jälki, talloa, jalanjälki, askelma, kulkea, mopsi, pug
πατημασιά στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
gang, pug, Mops, pug Ikke, med pug
πατημασιά στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kráčet, stopa, schod, šlapat, našlapovat, šlápota, šlépěj, jít, rozšlapat, krok, chůze, mopslík, mops, pug, pug se, mopse
πατημασιά στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
krocz, stąpać, kroczyć, udeptać, deptać, tratować, stopnica, ślad, bieżnik, udeptywać, chód, odcisk, podnóżek, mops, Pug, mopsa, Mops na, tropić
πατημασιά στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
futófelület, pisze orr, mopsz, Pug, pisze, tömpe
πατημασιά στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
boksör, pug, basık, beton karma, düz yukarı Topeka Ave
πατημασιά στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
спаровування, ступінь, ланку, ланка, травма, слід, хода, мопс
πατημασιά στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
gjurmë, shkel, argjilë, shtypur, Pug, hundë e shtypur, deltinë
πατημασιά στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
след, мопс, Пъг, тухларска глина, боксьор, изпълвам с глина
πατημασιά στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
Мопс, мопса
πατημασιά στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
roomik, jalajälg, sõtkuma, tallama, mops, pug, Mopsi
πατημασιά στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
trag, ići, papuča, pedala, gaziti, hod, kučence, Mops, pug, prćastog, prćast
πατημασιά στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fótspor, pug, Smáhundur
πατημασιά στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
eisena, žingsnis, mopsas, kumštininkas, minkyti, molio aptepas, boksininkas
πατημασιά στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
solis, mopsis, mopšu, mopšu sugas, pug, mīcīt
πατημασιά στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
боксер, чип, тухларска глина
πατημασιά στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
pas, mops, pug, boxer, pugilist, frământa
πατημασιά στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
stopa, pug, mops, Mons, Prćast
πατημασιά στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
stopa, krok, mopslík, mopslíka