Elevace στα ελληνικά

Μετάφραση: elevace, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανάδειξη, ύψωση, ανύψωση, υψόμετρο, αύξηση, όψη, ανύψωσης
Elevace στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • element στα ελληνικά - εξάρτημα, στοιχείο, συστατικός, στοιχείου, στοιχείων, στοιχεία, το στοιχείο
  • elementární στα ελληνικά - πρωταρχικός, θεμελιώδης, στοιχειώδης, πρώτος, ουσιώδης, στοιχειώδη, δημοτικό, ...
  • eliminace στα ελληνικά - εξάλειψη, αποβολή, κατάργηση, εξάλειψης, εξάλειψης της
  • eliminovat στα ελληνικά - αποκλείω, εξαλείφω, καταργώ, εξάλειψη, την εξάλειψη, εξαλείψει, εξάλειψη των, ...
Τυχαίες λέξεις
Elevace στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανάδειξη, ύψωση, ανύψωση, υψόμετρο, αύξηση, όψη, ανύψωσης