Emancipovat στα ελληνικά

Μετάφραση: emancipovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χειραφετώ, απελευθερώνω, χειραφετηθεί, χειραφετηθούν, απελευθερώσεις τις, χειραφετήσει
Emancipovat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • emanace στα ελληνικά - εκπόρευση, απόρροια, απορροή, η εκπόρευση, πηγάζει
  • emancipace στα ελληνικά - χειραφέτηση, χειραφέτησης, απελευθέρωση, τη χειραφέτηση, χειραφέτησή
  • emblém στα ελληνικά - logo, λογότυπο, το λογότυπο, λογότυπου, λογότυπο της
  • embryo στα ελληνικά - έμβρυο, μικρόβιο, εμβρύου, εμβρύων, έμβρυα, του εμβρύου
Τυχαίες λέξεις
Emancipovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χειραφετώ, απελευθερώνω, χειραφετηθεί, χειραφετηθούν, απελευθερώσεις τις, χειραφετήσει