Fingovat στα ελληνικά

Μετάφραση: fingovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προσποιούμαι, επιτηδεύομαι, υποκρίνομαι, feign, προσποιούνται, προσποιηθεί
Fingovat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • finesa στα ελληνικά - λεπτότητα, λιχουδιά, φινέτσα, τη φινέτσα, φινέτσας, finesse
  • fingovaný στα ελληνικά - ψευδής, αναληθής, καμώματα, λάθος, ψεύτικος, απάτη, εικονική, ...
  • fingování στα ελληνικά - απάτη, εικονική, ψευδο, sham, εικονικής
  • finiš στα ελληνικά - ξεπετάγομαι, φινίρισμα, γκολ το, τελείωμα, τερματισμού, τέλος
Τυχαίες λέξεις
Fingovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προσποιούμαι, επιτηδεύομαι, υποκρίνομαι, feign, προσποιούνται, προσποιηθεί