Gen στα ελληνικά

Μετάφραση: gen, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γονίδιο, γονιδίου, γονίδιο που, γονιδιακή, γονιδιακής
Gen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • gazela στα ελληνικά - γαζέλα, είδος αντιλόπης, γκαζέλλα, γκαζέλα, Gazelle
  • gejzír στα ελληνικά - θερμοπίδακας, θερμοσίφωνας, θερμοσίφωνα, Θερμοπίδακας, geyser, στολιδάκι
  • genealogický στα ελληνικά - γενεαλογικός, γενεαλογικών, γενεαλογικούς, γενεαλογικού χαρακτήρα, γενεαλογικού χαρακτήρα που
  • genealogie στα ελληνικά - γενεαλογία, γενεαλογικές, γενεαλογίας, γενεαλογική, τη γενεαλογία
Τυχαίες λέξεις
Gen στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γονίδιο, γονιδίου, γονίδιο που, γονιδιακή, γονιδιακής