Lehkoatletický στα ελληνικά
Μετάφραση: lehkoatletický, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αθλητικός, αθλητικές, αθλητικό, αθλητική, αθλητικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lehce στα ελληνικά - εύκολος, άνετος, ελαφρώς, μαλακά, εύκολα, λίγο, επιπόλαια, ...
- lehko στα ελληνικά - εύκολος, εύκολα, άνετος, εύκολα να, εύκολη, εύκολα την, ευκολία
- lehkomyslnost στα ελληνικά - επιπολαιότητα, ελαφρότητα, επιπολαιότητας, ελαφρότητας, την επιπολαιότητα
- lehkomyslný στα ελληνικά - ελαφρόμυαλος, ευάερος, απρόσεκτος, επιπόλαιος, ριψοκίνδυνος, παράτολμος, απερίσκεπτη, ...
Τυχαίες λέξεις
Lehkoatletický στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αθλητικός, αθλητικές, αθλητικό, αθλητική, αθλητικά
Μεταφράσεις: αθλητικός, αθλητικές, αθλητικό, αθλητική, αθλητικά