Měnitelný στα ελληνικά
Μετάφραση: měnitelný, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άστατος, ευμετάβλητος, μεταβλητός, ευμετάβλητη, αλλάζουν, μεταβλητό
Μεταφράσεις
- měnit στα ελληνικά - αυξομειώνω, μετακινώ, σειρά, παραποιώ, αλλαγή, παραλλάζω, μετατοπίζω, ...
- měnitelnost στα ελληνικά - ευμετάβλητο, αστασία, μεταλλαξιμότητα, μεταλλακτικότητα, η τρεπτότητα
- měnivý στα ελληνικά - ευμετάβλητος, άστατος, μεταβλητός, Protean, πρωτεϊκή, πρωτεϊκός, πρωτεϊκές
- měnič στα ελληνικά - μετατροπέας, μετατροπέα, νομίσματος Μετατροπέας, του μετατροπέα, μετατροπής
Τυχαίες λέξεις
Měnitelný στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άστατος, ευμετάβλητος, μεταβλητός, ευμετάβλητη, αλλάζουν, μεταβλητό
Μεταφράσεις: άστατος, ευμετάβλητος, μεταβλητός, ευμετάβλητη, αλλάζουν, μεταβλητό