Moura στα ελληνικά

Μετάφραση: moura, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πατσαβούρα, πόρνη, Moura, Μούρα, Moura ο
Moura στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • moula στα ελληνικά - κούπα, μούρη, κύπελλο, κυπέλλου, κούπα που, την κούπα
  • mour στα ελληνικά - καπνιά, αιθάλη, γάνα, αιθάλης, της αιθάλης, την αιθάλη
  • moučka στα ελληνικά - γεύμα, αλεύρι, αλεύρων, άλευρα, αλεύρου, άλευρο
  • moučnatý στα ελληνικά - αλευρωδών, αλευρώδη, αμυλώδες, αμυλώδους, αλευρώδες
Τυχαίες λέξεις
Moura στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πατσαβούρα, πόρνη, Moura, Μούρα, Moura ο