Nadmout στα ελληνικά
Μετάφραση: nadmout, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρήζω, φουσκώνω, γεμίζω, εξογκώνω, φουσκώσει, φούσκα επάνω, φουσκώνει, φουσκώσουν, φουσκώσουμε τα μυαλά
Μεταφράσεις
- nadiktovat στα ελληνικά - υπαγορεύω, υπαγόρευση, υπαγορεύουν, υπαγορεύει, υπαγορεύσει, επιβάλλουν
- nadlidský στα ελληνικά - υπεράνθρωπος, υπεράνθρωπη, υπεράνθρωπες, υπεράνθρωπο, την υπεράνθρωπη
- nadmutí στα ελληνικά - φούσκωμα, φουσκώματα, μετεωρισμό, το φούσκωμα, τυμπανισμό
- nadmíru στα ελληνικά - υπερβολικά, εξαιρετικά, έπακρο, στο έπακρο, σφόδρα
Τυχαίες λέξεις
Nadmout στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρήζω, φουσκώνω, γεμίζω, εξογκώνω, φουσκώσει, φούσκα επάνω, φουσκώνει, φουσκώσουν, φουσκώσουμε τα μυαλά
Μεταφράσεις: πρήζω, φουσκώνω, γεμίζω, εξογκώνω, φουσκώσει, φούσκα επάνω, φουσκώνει, φουσκώσουν, φουσκώσουμε τα μυαλά