Neomalený στα ελληνικά
Μετάφραση: neomalený, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξετσίπωτος, αναιδής, αγροίκος, θρασύς, αμβλύς, αμβλύ, αμβλεία, αμβλείας, αμβλέα
Μεταφράσεις
- neologismus στα ελληνικά - νεολογισμός, νεολογισμό, νεολογισμού, νεολογισμό που
- neomalenost στα ελληνικά - αυθάδεια, αναίδεια, θράσος, ανεπίτρεπτο, αυθάδειά
- neomezený στα ελληνικά - απεριόριστος, απόλυτος, απεριόριστη, απεριόριστο, απεριόριστες, απεριόριστα
- neomylnost στα ελληνικά - αλάθητο, αλάθητου, το αλάθητο, αλαθήτου, του αλάθητου
Τυχαίες λέξεις
Neomalený στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξετσίπωτος, αναιδής, αγροίκος, θρασύς, αμβλύς, αμβλύ, αμβλεία, αμβλείας, αμβλέα
Μεταφράσεις: ξετσίπωτος, αναιδής, αγροίκος, θρασύς, αμβλύς, αμβλύ, αμβλεία, αμβλείας, αμβλέα