Nepohodlně στα ελληνικά
Μετάφραση: nepohodlně, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άβολα, στενόχωρα, ενοχλητικά, δυσάρεστα, ανυπόφορα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- nepohodlnost στα ελληνικά - δυσφορία, ταλαιπωρία, uncomfortableness
- nepohodlný στα ελληνικά - άβολος, άβολα, δυσάρεστη, ανήσυχο, δυσάρεστο, άβολη
- nepohodlí στα ελληνικά - δυσφορία, ενόχληση, ταλαιπωρία, δυσφορίας, ενοχλήσεις
- nepohostinný στα ελληνικά - αφιλόξενος, αφιλόξενο, αφιλόξενη, αφιλόξενες, αφιλόξενα
Τυχαίες λέξεις
Nepohodlně στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άβολα, στενόχωρα, ενοχλητικά, δυσάρεστα, ανυπόφορα
Μεταφράσεις: άβολα, στενόχωρα, ενοχλητικά, δυσάρεστα, ανυπόφορα