Odlišný στα ελληνικά
Μετάφραση: odlišný, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εναλλακτικός, άλλος, διαφορετικός, διαφορετικές, διαφορετικά, διαφορετική, διαφορετικών
Μεταφράσεις
- odlivka στα ελληνικά - ακροβάτης, ποτήρι, ανατροπέα, παλινδρομητή, αυχένας
- odlišit στα ελληνικά - διάκριση, διακρίνουν, διακρίνει, διακρίνουμε, γίνει διάκριση
- odlišovat στα ελληνικά - διαφοροποιώ, διαφέρουν, διαφέρει, να διαφέρουν, να διαφέρει, διαφορετικές
- odloudit στα ελληνικά - παρασύρω, δελεάζω
Τυχαίες λέξεις
Odlišný στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εναλλακτικός, άλλος, διαφορετικός, διαφορετικές, διαφορετικά, διαφορετική, διαφορετικών
Μεταφράσεις: εναλλακτικός, άλλος, διαφορετικός, διαφορετικές, διαφορετικά, διαφορετική, διαφορετικών